μια σκέψη

Στην αγγειογραφία του Αμάσεως απεικονίζεται η διαδικασία του τρύγου και της οινοποίησης.
Διαφέρει σε κάτι από τις αντίστοιχες σημερινές εργασίες ;



Παρασκευή 11 Νοεμβρίου 2022

Ασύρτικο σαντορινιό : Αν το δοκιμάσεις δεν το ξεχνάς ποτέ

 

Ασύρτικο σαντορινιό: Αν το δοκιμάσεις, δεν το ξεχνάς ποτέ

Κρασί μοναδικό, με ρίζες αρχαίες στη σκληροτράχηλη ηφαιστειογενή Σαντορίνη, κερδίζει συνεχώς θαυμαστές σε όλον τον κόσμο. Αποτέλεσμα; Η θηραϊκή ποικιλία έχει μεταναστεύσει και καλλιεργείται ήδη από την Αυστραλία και τη Ν. Αφρική μέχρι την Καλιφόρνια. Το υμνεί στους Financial Τimes μια σημαντική βρετανίδα οινολόγος

πηγή : protagon.gr

Κική Τριανταφύλλη 6 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 2022, 12:11

Το Ασύρτικο, το πιο φημισμένο και περιζήτητο ελληνικό κρασί, διάσημο σε ολόκληρο τον κόσμο όσο και η Σαντορίνη, παράγεται από την ομώνυμη λευκή ποικιλία, μια από τις πιο σημαντικές, όχι μόνο του ελληνικού, αλλά ευρύτερα του μεσογειακού αμπελώνα, που δεσπόζει στα ηφαιστειογενή εδάφη του νησιού. Μάλιστα, το «αριστοκρατικό» Ασύρτικο, όπως συνηθίζει να το χαρακτηρίζει από την πρώτη στιγμή που το δοκίμασε η μεγάλη θαυμάστριά του Τζάνσις Ρόμπινσον, «είναι καλό παράδειγμα ενός λιγότερο γνωστού σταφυλιού, που μόλις το δοκιμάσει κανείς, δεν το ξεχνάει ποτέ», γράφει στους Financial Times η κορυφαία αγγλίδα οινοκριτικός. Αξέχαστο όπως και τα ηλιοβασιλέματα της Σαντορίνης, το Ασύρτικο συνδυάζει μαγικά την τραγανή οξύτητα με αλατούχα και ορυκτά χαρακτηριστικά και αρώματα εσπεριδοειδών· έχει, επίσης, ένταση και μια θαυμάσια ικανότητα να αναπτύσσει ακόμα μεγαλύτερη πολυπλοκότητα στο μπουκάλι καθώς παλαιώνει. Και όλα αυτά παρά το γεγονός ότι οι καλλιεργητικές εποχές στην πατρίδα του είναι διαβόητα ζεστές και σχεδόν απίθανα ξηρές, με αφιλόξενους ανέμους. Η Σαντορίνη, ωστόσο, με την εκπληκτική θέα στην Καλντέρα και τα ασβεστωμένα χωριά της κολλημένα στις βραχώδεις πλαγιές της, είναι –ας μην το ξεχνάμε– πάνω από όλα ένα νησί διακοπών. Κάθε χρόνο, περίπου μισό εκατομμύριο επισκέπτες φτάνουν στο διεθνές αεροδρόμιό της, και η ποικιλία της αμπέλου πρέπει να ανταγωνιστεί την ανοικοδόμηση για να παραμείνει στο έδαφός της.

 





Αμπελώνες στα ηφαιστειογενή εδάφη του νησιού (VSV winery/Facebook)

                                                                                       

 Ο σαντορινιός αμπελώνας είναι ο αρχαιότερος της Ευρώπης και η ποικιλία του Ασύρτικου καλλιεργείται συστηματικά εκεί από την Αρχαιότητα (το 1600 π.Χ.), διατηρώντας αμετάβλητη την ποιότητα και τα χαρακτηριστικά της. Είναι, επίσης, ένας από τους σπάνιους ευρωπαϊκούς αμπελώνες με αυτόρριζα κλήματα, ο οποίος, όπως αναφέρει η μεγάλη κυρία του ελληνικού κρασιού Σταυρούλα Κουράκου Δραγώνα σε παλιότερο άρθρο της στην «Καθημερινή», γλίτωσε από την πανδημία της φυλλοξήρας, που ξεκλήρισε τα περισσότερα αμπέλια της Ευρώπης στα μέσα του 19ου αιώνα. Μια σκληροτράχηλη ποικιλία-μετανάστης Χάρη στην ανθεκτικότητά του, λοιπόν, αλλά και τα χαρακτηριστικά του, τη δεκαετία του 1960, μετά από πρόταση της διευθύντριας του Ινστιτούτου Οίνου, κυρίας Κουράκου, το Ασύρτικο μετανάστευσε στη Σιθωνία Χαλκιδικής, όπου καλλιεργήθηκε για πρώτη φορά εκτός Σαντορίνης, στο Κτήμα του Γιάννη Καρρά, με στόχο να εμπλουτίσει το ροδίτικο Αθήρι, που άρχισε επίσης να καλλιεργείται εκεί. (Η Μελισάνθη του Καρρά ήταν το πρώτο λευκό κρασί που δημιουργήθηκε από συνοινοποίηση των ποικιλιών Ασύρτικο και Αθήρι.) Η πρώτη επιτυχημένη προσπάθεια οδήγησε στην εξάπλωση της καλλιέργειας του Ασύρτικου σε όλη την Ελλάδα, από τη Μακεδονία και την Εύβοια μέχρι την Πελοπόννησο, όπου προσαρμόστηκε αποκτώντας τον δικό της τοπικό, αρωματικό και γευστικό χαρακτήρα, χωρίς ωστόσο να χάσει τη χαρακτηριστική μεταλλικότητα και οξύτητα που διακρίνουν την ποικιλία. Ωστόσο, οι έλληνες οινοποιοί εκτός Σαντορίνης δεν ήταν οι μόνοι που γοητεύθηκαν από το Ασύρτικο και θέλησαν να το αξιοποιήσουν στον τόπο τους.

 


Ο αυστραλός Πίτερ Μπάρι είναι ο πρώτος αμπελουργός που καλλιέργησε το Ασύρτικο εκτός Ελλάδος (Facebook/Jim Barry Wines)

 

Ο Πίτερ Μπάρι, τρίτης γενιάς αυστραλός οινοποιός των Jim Barry Wines, στην Κλαρ Βάλεϊ της Νότιας Αυστραλίας, περίπου 100 χλμ. βόρεια της Αδελαΐδας, γεύτηκε το πρώτο του Ασύρτικο στη Σαντορίνη ένα μεσημέρι του 2006. Ο Μπάρι δεν ενθουσιάστηκε απλά από τη γεύση· ένιωσε ότι αυτό το σταφύλι. που έδινε ένα τόσο τραγανό κρασί στη Σαντορίνη, θα μπορούσε να ευδοκιμήσει και στην πατρίδα του. Την επόμενη χρονιά, λοιπόν, στην Εκθεση Οίνου του Λονδίνου, φρόντισε να γευτεί όσο το δυνατόν περισσότερα Ασύρτικα μπορούσε. Και εντυπωσιάστηκε τόσο πολύ ώστε δεν πτοήθηκε από την περίπλοκη διαδικασία που απαιτείται για να εισάγει την εντελώς νέα ποικιλία αμπέλου στην Αυστραλία, όπου μεταξύ άλλων επιβάλλεται  καραντίνα δύο ετών στα μοσχεύματα προτού φυτευτούν. Το 2012, ο Μπάρι φύτεψε  τα πρώτα μοσχεύματα από το θηραϊκό Κτήμα Αργυρού στον αμπελώνα Lodge Hill, δύο χρόνια αργότερα έγινε ο παρθενικός τρύγος και ξεκίνησε μια μικρή παραγωγή, και το 2016 ο πρώτος εμπορικός τρύγος του Jim Barry Assyrtiko ήταν γεγονός. Περίπου την ίδια εποχή, γράφει η Τζάνσις Ρόμπινσον στους FT, η Ρόζα Κρούγκερ, διάσημη παραγωγός μοσχευμάτων αμπέλου της Νότιας Αφρικής, περιόδευσε στην Ευρώπη με σκοπό να εντοπίσει μεσογειακές ποικιλίες αμπέλου που ευδοκιμούν σε ζεστό, ξηρό κλίμα. Eφερε πίσω μαζί της μπουκάλια κρασιών από μια σειρά ποικιλιών, ανάμεσά τους Ασύρτικο και τις ισπανικές Mencía και Viura, για να τα δοκιμάσει με την ομάδα της στο Vititec, το επίσημο φυτώριο αμπέλου στην επαρχία του Δυτικού Ακρωτηρίου. Και εντυπωσιάστηκαν τόσο από τα Ασύρτικα ώστε να εισάγουν μοσχεύματα –καλύτερης ποιότητας από τα δείγματα αναφοράς που ήδη υπήρχαν στην εθνική συλλογή αμπέλου στο ερευνητικό κέντρο Nietvoorbij, στο Στέλενμπος της Ν. Αφρικής– και, όπως ο Μπάρι, να ξεκινήσουν τη μακρά διαδικασία της καραντίνας.




Τα μπουμπούκια αρχίζουν να σκάνε σε μοσχεύματα κλήματος (Facebook/ Vititec)

 

Αποτέλεσμα; Τα πρώτα εμπορικά Ασύρτικα της Νότιας Αφρικής μόλις κυκλοφόρησαν από τα οινοποιεία Jordan Wines και Mullineux Wines. O Κρις και η Αντρέα Μάλινο φύτεψαν στον αμπελώνα τους στο Σβάρτλαντ (περίπου 50 χλμ. βόρεια του Κέιπ Τάουν) Ασύρτικο, μαζί με Macabeo, Verdelho, Vermentino και μερικές ακόμη ποικιλίες. Ως μονοποικιλιακό, ωστόσο, τους ενθουσίασε περισσότερο από όλα το Ασύρτικο, ενώ θεωρούν ότι οι υπόλοιπες ποικιλίες έχουν μεγάλο ενδιαφέρον ως συστατικά σε χαρμάνια· το πορτογαλικό Verdelho, για παράδειγμα, έχει απίστευτη οξύτητα· αλλά «το Ασύρτικο ήταν απλά όμορφο, περίπλοκο και ολοκληρωμένο από μόνο του, με υφή (αίσθηση στο στόμα) και φρεσκάδα, ​​με υπέροχα αρώματα σε κανονική ωρίμανση». Ο Εμπεν Σάντι των Sadie Family Wines, γείτονας των Μάλινο στο Σβάρτλαντ, αναμφισβήτητα ένας ακόμη πιο διάσημος οινοπαραγωγός του νέου κύματος, έχει επίσης φυτέψει πολλά από αυτά τα εισαγόμενα μεσογειακά μοσχεύματα. Και αναφέρει ότι το Ασύρτικο, που καλλιεργεί στους αμπελώνες του στο Πάαρντεμπεργκ και στη δυτική ακτή στον κόλπο της Αγίας Ελένης, «δίνει ήδη τεράστια υπόσχεση». Αλλού, το οινοποιείο Alois Lageder, στο Αλτο Αντιτζε της βόρειας Ιταλίας, και το οινοποιείο Δαφέρμου, στα Πάνω Λεύκαρα της Κύπρου, παράγουν επίσης Ασύρτικο. Στις ΗΠΑ, ωστόσο, ενώ το Ασύρτικο προστέθηκε στη συλλογή ποικιλιών αμπέλου του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνια ήδη από το 1948, χρειάστηκαν δεκαετίες για να πιάσει. Πέρυσι έγινε ο πρώτος τρύγος, τόσο στον αμπελώνα του ράντσου Paicines, στην κομητεία Σαν Μπενίτο, νότια του Σαν Φρανσίσκο, αλλά και στον αμπελώνα Perlegos, των αδελφών Τζον και Τζεφ Πέρλεγκος, ελληνοαμερικανών αμπελουργών δεύτερης γενιάς, στo Λόντι της Καλιφόρνιας, οι οποίοι καλλιεργούν επίσης κρητικό Βιδιανό.

 



Δεύτερης γενιάς ελληνοαμερικανοί οινοποιοί, οι αδελφοί Τζον και Τζεφ Πέρλεγκος καλλιεργούν στο Λόντι της Καλιφόρνιας Ασύρτικο και Βιδιανό (perlegoswine.com)

 

Ισως, όμως, το πιο εκπληκτικό παράδειγμα για την αξιοποίηση του Ασύρτικου εκτός της πατρίδας του είναι ότι, σύμφωνα με τον γάλλο παραγωγό Σαρλ Φιλιπονά, έχει αποδειχθεί μια από τις πιο επιτυχημένες εισαγόμενες ποικιλίες αμπέλου που έχει δοκιμαστεί από τις αρχές της Καμπανίας για την προστασία της σαμπάνιας. Με την ευκαιρία, η Ρόμπινσον παρατηρεί στο άρθρο της στους FT ότι διαπίστωσε και η ίδια πρόσφατα στη Σαντορίνη πως το Ασύρτικο μπορεί όντως να κάνει πολύ αξιοσέβαστο αφρώδες κρασί. Η μεγάλη οξύτητα του Ασύρτικου είναι εξαιρετικά καλό χαρακτηριστικό, ακόμη και σε κρασιά με υψηλή περιεκτικότητα σε αλκοόλ. Επομένως, γράφει η Ρόμπινσον στους FT, δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι πολλοί από τους εξελιγμένους και φιλόδοξους οινοποιούς που εμφανίστηκαν στην Ελλάδα στα τέλη του 20ού αιώνα θέλησαν να δοκιμάσουν τις δυνάμεις τους στο Ασύρτικο· χαρμάνια με διεθνείς ποικιλίες, όπως το Sauvignon Blanc/Ασύρτικο του Κτήματος Βιβλία Χώρα, στις πλαγιές του Παγγαίου όρους, θεωρήθηκαν ένας τρόπος να εισάγουν την ξένο από τη Σαντορίνη. Περίπου το 60% των σχεδόν 20.000 στρεμμάτων που καλλιεργούνται με Ασύρτικο στην Ελλάδα βρίσκεται στη Σαντορίνη και στη Θηρασιά, το πολύ μικρότερο νησί, που «γεννήθηκε» με την ηφαιστειακή έκρηξη και τη δημιουργία της καλντέρας. Οι αποδόσεις των αμπελιών είναι μικροσκοπικές λόγω της ηλικίας τους, για να μην αναφέρουμε τους σφοδρούς ανέμους και το σχεδόν ανύπαρκτο χώμα στα εδάφη από ελαφρόπετρα και λάβα, σε μια βάση από σχιστόλιθο και ασβεστόλιθο. Εξ ου και οι πολύ υψηλές τιμές. Η επιστροφή της «Vedema» Πριν από 11 χρόνια, ο εμπνευσμένος Γιώργος Χατζηγιαννάκης οργάνωσε για πρώτη φορά τη «Vedema», μια γιορτή-έκθεση των κρασιών από την τελευταία σοδειά του θηραϊκού αμπελώνα, στη «Σελήνη», το εστιατόριο που έγραψε ιστορία στη Σαντορίνη, με σταρ τα εκπληκτικά άνυδρα προϊόντα του ηφαιστειογενούς νησιού. Εφέτος, μετά από δύο χρόνια απουσίας εξαιτίας των περιορισμών του κορονοϊού, το διήμερο φεστιβάλ του θηραϊκού κρασιού επέστρεψε στο εστιατόριο «Selene», το οποίο εν τω μεταξύ, μετά τον θάνατο του δημιουργού του, έχει εγκατασταθεί στον επιβλητικό χώρο της παλαιάς καθολικής μονής του Αγίου Ιωσήφ στα Φηρά –όπου πλέον στεγάζεται το πεντάστερο ξενοδοχείο «Katikies Garden»–, με επικεφαλής τον Εκτορα Μποτρίνι.


 


Η εφετινή «Vedema» πραγματοποιήθηκε στις 23 και 24 Σεπτεμβρίου στην ιστορική κάναβα της καθολικής μονής του Αγίου Ιωσήφ, στα Φηρά ((Facebook/Selene Restaurant)

 

Στην εφετινή «Vedema», λοιπόν, που πραγματοποιήθηκε 23 και 24 Σεπτεμβρίου στην ιστορική κάναβα της μονής, δεκαεπτά παραγωγοί του νησιού παρουσίασαν στο οινόφιλο κοινό 68 κρασιά της Σαντορίνης. (Οι κάναβες της Σαντορίνης, ένα από τα πιο ενδιαφέροντα αξιοθέατα των Κυκλάδων, είναι οι παραδοσιακοί υπόσκαφοι χώροι οινοποίησης και αποθήκευσης του κρασιού.) Καλεσμένη του master of wine Γιάννη Καρακάση, διοργανωτή της εκδήλωσης, ήταν, μεταξύ άλλων οινοκριτικών, και η Τζάνσις Ρόμπινσον, επίσης master of wine και πιο επιδραστική οινοκριτικός του κόσμου. Τα περισσότερα κρασιά που δοκίμασαν οι συμμετέχοντες στις 24 Σεπτεμβρίου ήταν αγνό, ξηρό Ασύρτικο, υπήρχαν όμως επίσης δείγματα από Νυχτέρι, ΠΟΠ κρασί της Σαντορίνης από χαρμάνι τριών ποικιλιών του σαντορινιού αμπελώνα, Αθήρι, Ασύρτικο και Αηδάνι, που παλαιώνει σε δρύινα βαρέλια (όχι πάντα πολύ επιτυχημένα, γράφει η Ρόμπινσον). Δοκιμάσαν, ακόμη, το παραδοσιακό γλυκό Vinsanto, από λιαστά σταφύλια, αλλά και αρκετά κόκκινα από το Μαυροτράγανο του νησιού, «που δεν ήταν καθόλου άσχημα» κατά τη Ρόμπινσον, χωρίς ωστόσο να έχουν την απόλυτη καθαρότητα των χαρακτηριστικών του Ασύρτικου.

 


Το Κτήμα του Πάρη Σιγάλα στη Σαντορίνη κατατάσσεται στους καλύτερους αμπελώνες του κόσμου για το 2022 (Domaine Sigalas/Facebook)

 

Ωστόσο, την προηγούμενη ημέρα είχαν γίνει δύο εξαιρετικά αποκαλυπτικά masterclass. Το πρωί, η γερμανίδα Master of Wine Κάρο Μάουρερ παρουσίασε μια σειρά από Riesling και Ασύρτικα με παρόμοια χαρακτηριστικά. Να σημειωθεί ότι, όπως και το Ασύρτικο, το Riesling –«το σπουδαιότερο λευκό σταφύλι στον κόσμο» κατά τη Ρόμπινσον–, φημίζεται για την υψηλή οξύτητα και την ικανότητά του να παλαιώνει. Στο τέλος κάθε παρουσίασης, η Μάουρερ και ο Καρακάσης  σέρβιραν ένα Ασύρτικο και ένα Riesling σε τυφλή δοκιμή, ζητώντας από τους δοκιμαστές να βρουν ποιο ήταν ποιο. Είχαν επιλέξει σκόπιμα πολύ παρόμοια στυλ και ήταν σχεδόν αδύνατο να είσαι σίγουρος για τη σωστή απάντηση. Το απόγευμα, ο Καρακάσης παρουσίασε δέκα πολύ ζωηρά, παλαιωμένα ξηρά λευκά Ασύρτικα –από το 2016 μέχρι το 2012– και μερικά Vinsanto, ένα από τα οποία φτιάχτηκε το 1947 και όμως εξακολουθεί να είναι νόστιμο. Ο έλληνας master of wine ισχυρίστηκε, μάλιστα, ότι είχε γευτεί ένα Ασύρτικο των μέσων του 19ου αιώνα, που ήταν ζωντανό και «κλωτσούσε». «Τον πιστεύω», γράφει η Τζάνσις Ρόμπινσον κλείνοντας την ανταπόκρισή της από την εφετινή «Vedema» και παραθέτει στη συνέχεια τη δική της επιλογή Ασύρτικων, με τη σημείωση για τους διεθνείς αναγνώστες της ότι το e-shop του santorini.net κάνει αποστολές σε όλον τον κόσμο.

 


H master of wine Τζάνσις Ρόμπινσον δοκιμάζει Ασύρτικο στη φετινή «Vedema» (Facebook/Selene Restaurant)

 





Συναρπαστικά ξηρά Ασύρτικα

Της Σαντορίνης

·         Anhydrous Icon Santorini 2021, του Απόστολου Μούντριχα (14,2%)

·         Σαντορίνη Ασύρτικο Αργυρού 2020, 14,5% Σαντορίνη, Μικρά Θήρα 2020,  13,5%

·         Terrasea 2020 Μικρά Θήρα (από τη Θηρασιά), 13,3%

·         Γαία Οινοποιητική, Ammonite 2020, 14%

·         Oeno Π, Tria Ampelia 2020, του Πάρι Σιγάλα,  14,5%

·         Σαντορίνη Cuvée Monsignori 2019, Κτήμα Αργυρού, 2019, 14,5%

·         Σαντορίνη Cuvée Evdemon Κτήμα Αργυρού, 2019, 15%

·         Ενάλια Γαβαλά, 2019,  14,6%

·         Volcanic Slopes Vineyards Pure Santorini, 2018 13,5%

·         Σκυτάλη 2018 Χατζηδάκη, 14%

·         Σιγάλας 2017, 14,5%

·         Κτήμα Αργυρού, Ασύρτικο Cuvée Monsignori 2017, 14%

·         Κτήμα Αργυρού, Ασύρτικο Cuvée Evdemon 2017, 14,5%

·         Σαντορίνη Νυχτέρι Βενετσάνου 2016, 14%

·         Καβαλιέρος 2015, Κτήμα Σιγάλα, 14%

·         Κάναβα Χρυσού-Τσέλεπος, Σαντορίνη 2015, 14%

·         Volcanic Slopes Vineyards, Pure Santorini 2015. 13,5%

·         Ασύρτικο Κτήμα Αργυρού 2013, 13,5%

Και από αλλού

·         T-Oinos, Ασύρτικο Clos Stegasta Rare (όλα οι σοδειές),

·         Τηνιακοί Αμπελώνες, 14%

·         Jim Barry 2020 Assyrtiko, Clare Valley, Australia. 12,5%

Πηγή: Protagon.gr

 

Τρίτη 8 Νοεμβρίου 2022

ΟΙ ΠΡΩΤΟΠΟΡΟΙ ΤΟΥ ΜΟΣΧΟΦΙΛΕΡΟΥ του Κώστα Σπυρόπουλου

 

«ΑΡΚΑΔΙΑ, Η ΚΑΜΠΑΝΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑΤΟΛΗΣ»

Στόχος ή Χίμαιρρα;

 

Στην ανά χείρας έκδοση συγκεντρώθηκαν κείμενα, επιστολές και ανακοινώσεις των πρωτοπόρων οινοποιών της Αρκαδίας του 19ου αιώνα Ανδρέα Γεωργιάδη, Βασιλείου Παπανικολάου και Σπυρίδωνος Παπαγεωργιάδη, οι οποίοι οινοποιούσαν το φιλέρι παράγοντας αφρώδη οίνο τέτοιας υψηλής ποιότητας, ώστε να βραβευθούν με χρυσά μετάλλια στις παγκόσμιες και διεθνείς εκθέσεις από το 1882 έως το 1937.

Με αυτά τα προλεγόμενα, η έκδοση έχει σκοπό να συμβάλλει στην αποκατάσταση της ιστορικής συνέχειας ανάμεσα στους πρωτοπόρους του μοσχοφίλερου και στου σύγχρονους οινοποιούς, οι οποίοι, μέσ’ από τους δικούς τους δρόμους παραγωγής, γνώσης και κοπιώδους επιχειρηματικής προσπάθειας, βαδίζουν στα χνάρια εκείνων και ω του νεοελληνικού θαύματος, αντιμετωπίζουν τα ίδια εμπόδια. 


Ο Κώστας Σπυρόπουλος είναι δημοσιογράφος, σκηνοθέτης και παραγωγός ντοκιμαντέρ.
Διετέλεσε διευθυντικό στέλεχος των τηλεοπτικών σταθμών 
Mega, Antenna, Skai, ERT, GBC, Tempo και CEO στο EuroNews Balkans.

Μέλος των Διοικητικών Συμβουλίων των διεθνών ενώσεων World History Producers και History Makers, ιδρυτής των κινηματογραφικών φεστιβάλ AegeanDocs και Arcadian Screenings καθώς και του Εκπαιδευτικού Ινστιτούτου StoryDoc


Τρίτη 1 Μαρτίου 2022

Οινοποιία υπό Γρηγορίου Παλαιολόγου στο περιοδικό ΤΡΙΠΤΟΛΕΜΟΣ φύλλο 11/30.08.1833

 

Οινοποιΐα

Γρ. Παλαιολόγος (1794- 1844)*

Περιοδικό ΤΡΙΠΤΟΛΕΜΟΣ φ. 11 / 30.08.1833

 

Λίγα λόγια για αυτόν τον αρθρογράφο   

 

 Γεννήθηκε στα τέλη του 18ου αιώνα –πιθανόν το1794- στην Κωνσταντινούπολη, και μεγάλωσε στη Βλαχία. Παρακολούθησε θεωρητικά και πρακτικά μαθήματα Γεωπονικής στην Αγγλία, Γαλλία, Γερμανία και Ελβετία, δαπάναις της Φιλελληνικής Εταιρείας των Παρισίων. Το 1829 ολοκληρώνει τις σπουδές του και επιστρέφει στην Ελλάδα, έτοιμος να προσφέρει στην ανασύνταξη του νεότευκτου ελληνικού κράτους.

Στα τέλη του 1828 ο Καποδίστριας υπογράφει το διορισμό του Παλαιολόγου ως Διευθυντού του Αγροκηπίου της Τίρυνθος. Ο Παλαιολόγος αναπτύσσει μεγάλη δραστηριότητα και μεταβάλει το σχολείο σε υποδειγματικό αγροκήπιο. Η φιλοδοξία του Παλαιολόγου, καθώς και του Καποδίστρια ήταν να μυήσουν τον ελληνικό λαό στις σύγχρονες εξελίξεις της γεωργίας

  Από τον Μάρτιο του 1831 η διοίκηση του Αγροκηπίου ανατέθηκε σε Επιτροπή υπό τις διαταγές της οποίας βρισκόταν ο Παλαιολόγος. Η απομάκρυνσή του οφείλεται στις κατηγορίες ορισμένων ατόμων για υπερβολικές δαπάνες . Και ο μετά τον Τρικούπη Γραμματέας της Επικρατείας Νικόλαος Σπηλιάδης κατηγορεί τον Παλαιολόγο ότι ο Κυβερνήτης περίμενε πολλά απ’ αυτόν, αλλά δεν είδε τίποτε και τον απέλυσε, όταν έμαθε ότι  ενώ είχε έλθει πάμπτωχος στην Ελλάδα- είχε αρχίσει να πλουτίζει δανείζοντας στους χωρικούς με υψηλό τόκο.

Το 1833 εκδίδει στο Ναύπλιο την περιοδική εφημερίδα Τριπτόλεμος. Ο Παλαιολόγος την αφιερώνει στον Τριπτόλεμο, τον αρχαίο θεό της γεωργίας.

Το 1839 αποφάσισε να γράψει το μυθιστόρημα «Ο Πολυπαθής».

Το 1842 μας δίνει το δεύτερο και τελευταίο του μυθιστόρημα «Ο Ζωγράφος».

 

 

Το τρύγος άρχισεν εις μερικά μέρη της Ελλάδος, και εις τα λοιπά αρχίζει εντός ολίγου, όθεν και σπεύδομεν να εφοδιάσωμεν τους αμπελοκτήτας αναγνώστας μας με μερικάς περί οινοποιΐας οδηγίας.

Η φύσις του εδάφους έχει μεγάλην επιρροήν εις την ποιότητα του οίνου. Των χαμηλών, παχέων και δροσερών γαιών η σταφυλή είναι μεν μεγάλη και άφθονος, αλλ΄ ο εξ αυτής οίνος είναι υδατώδης,  δε φθάνει ποτέ την ποιότητα των οίνων των υψηλών και ορεινών μερών, και η διατήρησίς του είναι πάντοτε δύσκολος. Τα σταφύλια πρέπει να είναι όχι μόνον καλής ποιότητος και ωριμώτατα δια την κατασκευήν καλών κρασιών, αλλά πρέπει το τρύγος να γίνεται εις καιρόν εύδιον και μετά την διάλυσιν της δρόσου. Τα άγουρα και τα σάπια να ξεχωρίζωνται, και να είναι τουλάχιστον εν τρίτον μαύρων σταφυλίων εις την ποσότητα, επειδή η χρωματική ουσία αυτής της σταφυλής είναι αναγκαία εις την διατήρησιν του οίνου.

Ο ληνός πρέπει να γεμίζει αυθημερόν, και να πατήται την ίδιαν ημέραν. Εις την Ελλάδα αμελούν αυτήν την φροντίδα, νομίζοντες, οι μεν αδιάφορον, οι δε ίσως και αναγκαίον να μείνουν τα σταφύλια μερικάς ημέρας εις τον ληνόν, πριχού πατηθούν αλλ΄ απατώνται μεγάλως κατά τούτο, επειδή δια την κατασκευήν καλού κρασίου η βράσις μιας ποσότητος πρέπει να είναι σύγχρονος και τακτική, πράγμα το οποίον δεν κατορθούται, όταν τα σταφύλια ρίπτωνται εκ διαλειμμάτων εις τον ληνόν, και πατώνται μεθ΄ ημέρας. Τότε τα μεν πρώτα αρχίζουν να βράζουν προτήτερα από τα δεύτερα, η δε βράσις δεν είναι τακτική, επειδή ο ζωμός των δεν είναι εκπιεσμένος, η δε θλίψις και η θερμότης τα ανάπτει, τα μουχλιάζει και τα ξυνίζει ενίοτε. Όθεν και πρέπει τινάς να πασχίση να βάλη όσον το δυνατόν περισσότερους τρυγητάς, δια να τρυγήση όσα σταφύλια αναγκαιούν δι΄ ένα πάτημα, το οποίον πρέπει και να γίνει χωρίς αναβολήν καιρού, και το κρασίον να βαλθή αμέσως εις τα βαρέλια, όπου, αφίνοντας ανοικτόν το βούλωμα, να βράση ο μούστος.

Εις την Ευρώπην ζουλούν τα σταφύλια με μίαν μηχανήν, την οποίαν σταίνουν επάνω εις κάδδους ή ξεφουντωμένα βαρέλια. Τα σταφύλια, αφού ζουλιχτούν, πίπτουν εις τα αγγεία, όπου βράζει ο μούστος, και αφού κατασταλάξη, τον τραβούν και τον χύνουν εις τα βαρέλια, όπου θα μείνη.

Η ποιότης του οίνου εξαρτάται από την κατασκευήν, αλλά τελειοποιείται και μετά ταύτα εις τα βαρέλια, όπου και φυλάττεται πολλούς χρόνους, όταν λαμβάνει τας αναγκαίας περί τούτου φροντίδας.

Το μετάγγισμα, η καθαρότης των αγγείων, η αποφυγή του νερού, το συχνόν γέμισμα και το καλόν κλείσιμο των βαρελίων, και τα δροσερά υπόγεια είναι τα απαιτούμενα μέσα δια την τελειοποίησιν και διατήρησιν των κατά τους κανόνας κατασκευασθέντων κρασίων. Η τρυξ (σημ. blogger: τρυξ είναι το κρασί που δεν έχει ωριμάσει) ή το καταπάτι, αρχίζει και βράζει την άνοιξη, από την βράσιν του γεννάται μία ατμίς (το ανθρακικόν οξύ), η οποία διαδίδεται εις το κρασίον και το διαφθείρει. Δια του μεταγγίσματος ξεχωρίζεται αυτός ο καταπάτης, και αποφεύγει , κατ΄ αυτόν τον λόγον, τον κίνδυνον του ξυνίσματος. Το μετάγγισμα πρέπει να γίνεται το Δεκέμβριον, και πάλιν να επαναλαμβάνεται το Μάιον, όταν η χρεία το καλέση, μερικοί μεταγγίζουν τον Μάρτιον.

Όσα αγγεία χρησιμεύουν εις την κατασκευήν και την διατήρησιν του οίνου, πρέπει να είναι καθαρά να πλύνωνται καλά, να ασβεστόνωνται, να ξεπλύνωνται΄ τα δε βαρέλια προς τούτοις να καπνίζωνται με θειάφι, όταν είναι παλαιά και έχουν καμμίαν βαρείαν μυρωδίαν. Εις την Ελλάδα, εκτός της επαράτου ρητίνης και του ολεθρίου γύψου, βάλλουν εις τα κρασία και νερόν, το οποίον ονομάζουν αγίασμα. Είναι δυνατόν να μην ξυνίσουν τα κρασία μας και να μη χάσουν τη φυσική των γεύσιν και ευωδίαν; Ας απέχωμεν από αυτά τα ολέθρια μέσα, τα οποία διαφθείρουν την ποιότητα των κρασίων.

Ο  αήρ δεν είναι ολιγώτερον επιβλαβής εις τον οίνον. Αφού τελειώσουν την βράσιν των, τα βαρέλια πρέπει να γεμίζωνται τρεις και τέσσερες φορές και να καλοκλείωνται, δια να μη βρίσκει ο αήρ κενόν, και εισδύων ευκόλως εις αυτά να τα φθείρη. Και αυτό, νομίζω, είναι γενικώς αμελημένον από τους οινοποιούς μας. Αι υπόγειοι ομοίως αποθήκαι είναι και αυταί αναπόφευκται δια την διατήρησιν του οίνου, και μάλιστα εις το καυστικόν κλίμα μας. Το κρασί εις την Ευρώπην το φυλάττουν εις βαθέα υπόγεια και εις μίαν δροσεράν και τακτικήν θερμοκρασίαν΄ όπου λαμβάνοντες δι’ αυτό όλας τας προειρηθείσας προφυλάξεις, το κρατούν πολλάς δεκάδας χρόνων, άλλοι μεν αφίνοντες αυτά εις τα βαρέλια, και άλλοι βάλοντές τα εις βουκάλια καλώς κλεισμένα και αλειμμέναμε πίσσαν. Ακολουθούντες αυτάς τας μεθόδους, τας οποίας εδώ συντόμως αναφέρομεν, τα κρασία μας όχι μόνον δεν θα έχουν ανάγκην της αηδούς ρητίνης και του υγειοβλαβούς γύψου, δια να μη ξυνίσουν, αλλά θέλουν αποκτήσει γεύσιν, ευωδίαν ……, και θέλουν διαρκέσει και πωληθεί καθώς οι οίνοι της Γαλλίας.

 

 

Περισσότερες πληροφορίες για το Γρ. Παλαιολόγο μπορείτε να βρείτε στο link :

https://www.kapodistrias.info/georgia/i-symvouli-tou-grigoriou-palaiologou-stin-oikonomiki-anaptyksi-tou-argous

 

Δευτέρα 21 Φεβρουαρίου 2022

Η Κισσούσα, η Ωκαλέα και πολιτισμός της Αλιάρτου

 

Η Κισσούσα, η Ωκαλέα και ο πολιτισμός της Αλιάρτου

 

ΠΑΡΗΣ ΒΑΡΒΑΡΟΥΣΗΣ

 

Η διονυσιακή κρήνη Κισσούσα και η ομηρική Ωκαλέα

Εκδ. Παπαζήση

 

Της ΓΙΩΤΑΣ ΣΥΚΚΑ

 

Το τέταρτο βιβλίο του Πάριδος Βαρβαρούση φωτίζει ένα συναρπαστικό κεφάλαιο της μυθολογίας, της τοπογραφίας και της ιστορίας της αρχαίας Βοιωτίας. Εκεί όπου βρισκόταν η φημισμένη στην αρχαιότητα πηγή και κρήνη Κισσούσα, στην οποία απολούστηκε από τις νύμφες του βουνού ο Διόνυσος μετά την περιπετειώδη γέννησή του από τη Σεμέλη, κόρη του βασιλιά της Θήβας, Κάδμου. Η πηγή, σύμφωνα με αρχαία γραπτά, βρισκόταν στην επικράτεια της μέχρι πρόσφατα αταύτιστης ομηρικής πόλης  Ωκαλείας ή Ωκαλέας.

Με αυτά τα λόγια ο επίτιμος έφορος Αρχαιοτήτων Βοιωτίας, Βασίλης Αραβαντινός, προλογίζει το βιβλίο του Π. Βαρβαρούση «Η διονυσιακή κρήνη Κισσούσα και η ομηρική Ωκαλέα» (εκδ. Παπαζήση), ενημερώνοντας τον αναγνώστη πως ασχολείται με τον πανάρχαιο πολιτισμό της Αλιάρτου ο συγγραφέας και στα προηγούμενα βιβλία του. Και υπογραμμίζει ότι η αρχαία Βοιωτία δεν προσεγγίζεται εύκολα από τον αμύητο μελετητή και δεν προσφέρεται στον βιαστικό επισκέπτη.

Ο Π. Βαρβαρούσης δεν είναι αρχαιολόγος, ούτε ιστορικός, αλλά καθηγητής Πολιτικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και στο Πανεπιστήμιο του Μονάχου ( GSI) και «ενθουσιώδης λάτρης του τόπου και της αρχαίας και νεώτερης ιστορίας του».                                                              

Είναι πράγματι ελκυστική η ανάγνωση αλλά και οι πληροφορίες που συνδέονται με τον Διόνυσο, από τις δημοφιλέστερες θεότητες της αρχαιότητας, θεός της χαράς, της ελευθερίας, της έκστασης και της γονιμότητας, αλλά και τιμωρός όταν τον αμφισβητούσαν. Η κρήνη Κισσούσα πήρε το όνομά της από το αναρριχητικό φυτό κισσός, το σύμβολο του Διονύσου, το οποίο εμφανίστηκε με τη γέννησή του για να τον προστατεύσει από τις φλόγες που κατέκαψαν τη μητέρα του Σεμέλη. Ο Διόνυσος ήταν καρπός του κρυφού γάμου της με τον Δία. Όταν το έμαθε η εκδικητική Ήρα έβαλε σκοπό να τη σκοτώσει. Εμφανίστηκε με τη μορφή της παραμάνας της και την προέτρεψε να ζητήσει από τον Δία να εμφανιστεί Ολύμπιος μπροστά της. Ο θεός χωρίς δεύτερη σκέψη το έπραξε και εμφανίστηκε με τους κεραυνούς και το φως που τον συνόδευαν, μόνο που οι φλόγες έκαψαν την αγαπημένη του που εγκυμονούσε. Ο Δίας πήρε το «ημιτέλεστον βρέφος» κρυφά μη τον δει η οργισμένη Ήρα και το έραψε στον
μηρό του μέχρι να ολοκληρωθεί η κύηση.

Σε εννέα κεφάλαια ο συγγραφέας καταπιάνεται με τον εντοπισμό, την ταύτιση και την περιγραφή των καταλοίπων δύο άγνωστων θέσεων της κεντρικής Βοιωτίας: της αρχαίας κρήνης και της χαμένης ομηρικής πόλης Ωκαλέας. Στην πηγή Κισσούσα οι Αλιάρτιοι τιμούσαν τον Διόνυσο με τη γιορτή Θεοδαίσια και τελούσαν τα προτέλεια, μια προγαμιαία τελετή, κατά την οποία οι μελλόνυμφες πρόσφεραν θυσίες στις θεϊκές νύμφες ως επακόλουθο της παράδοσης ότι εκεί πρωτολούστηκε βρέφος ο Διόνυσος μετά τη γέννησή του.

Αναλυτικότερα παρουσιάζονται η Κισσούσα ως λατρευτικός χώρος, η Καδμεία, το λουτρό του Διονύσου στην κρήνη, όψεις της τοπικής διονυσιακής λατρείας, θεϊκές και θνητές νύμφες, η επιρροή του μύθου της Κισσούσας στον ρωμαϊκό κόσμο, η αποκάλυψη της κρήνης στον λόφο Ορχαλίδη, κρυμμένη όπως σημειώνει ο συγγραφέας σε πυκνή θαμνώδη βλάστηση. Ξεχωρίζει για την αρχιτεκτονική της «η οποία σχεδιάστηκε με τρόπο ώστε να ανταποκρίνεται στον μύθο του λουτρού του θεϊκού βρέφους  και να εξυπηρετεί τις τελετουργικές εκδηλώσεις».

Η μελέτη αναφέρεται στα λατρευτικά δρώμενα στην κρήνη όπως αυτά παραδίδονται από αρχαία λογοτεχνικά κείμενα, καθώς και στις επιρροές του μύθου του λουτρού. Τα ορατά αρχιτεκτονικά κατάλοιπα σε πλαγιά του Ελικώνα, τα οποία σε συνδυασμό με τις μαρτυρίες του Πλούταρχου αποτελούν τεκμήρια για την ταυτοποίηση της διονυσιακής κρήνης. Παρουσιάζονται πληροφορίες για τον λόφο Ορχαλίδη και την ομηρική πόλη Ωκαλέα, όπου έζησαν μέχρι το τέλος της ζωής τους οι μυθικοί ήρωες Αλκμήνη και Ραδάμανθυς (γιός του Δία και τη Ευρώπης).


Στόχος της έκδοσης για τον Π. Βαρβαρούση είναι «τόσο n προβολή και η ανάδειξη του λιγότερου γνωστού πανάρχαιου πολιτισμού της  Αλιαρτίας χώρας, όσο και η προστασία των σωζόμενων μνημειακών καταλοίπων», μέσα από τη θεσμική κήρυξη και κατοχύρωσή τους από την Αρχαιολογική Υπηρεσία.

 

Στην πηγή Κισσούσα οι Αλιάρτιοι τιμούσαν τον Διόνυσο με τη γιορτή Θεοδαίσια.

 



 

ΠΗΓΗ : Εφημερίδα ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 08/02/2022

Δευτέρα 20 Δεκεμβρίου 2021

ΑΝΔΡΕΑΣ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ ένας πρωτοπόρος οινοποιός το έτος 1859.

 

ΑΝΔΡΕΑΣ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ

Ο «άγνωστος» Έλληνας οινοποιός της ΟΙΝΟΠΟΙΗΤΙΚΗΣ ΕΤΑΙΡΙΑΣ

ΕΝ ΠΑΤΡΑΙΣ

Την 01 Ιανουαρίου1858 η εφημερίδα ΜΙΝΩΣ ανήγγειλε την ίδρυση ανωνύμου εταιρίας, στην Πάτρα, με την επωνυμία ΕΤΑΙΡΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΟΙΝΟΠΟΙΙΑΣ. Αντικείμενο της οποίας θα ήταν η οινοποίηση του σταφιδόκαρπου.

Πρωτεργάτες ήταν ντόπιοι κτηματίες. Γρήγορα η προσπάθεια αγκαλιάστηκε από την  τοπική κοινωνία, την ελληνική Κυβέρνηση, τον Δήμαρχο Πατρέων, το Νομάρχη Αχαιοηλίδος, τους εμπορικούς οίκους Fels και Barf, τον Επίσκοπο Αιτωλίας και Ακαρνανίας.

Με την σύσταση της εταιρίας γίνεται προσπάθεια να αντιμετωπισθεί το σταφιδικό ζήτημα. Οι αυξομειώσεις της παραγωγής είχαν δημιουργήσει αναταραχή και προβληματισμό για την τύχη της σταφίδας και την απεξάρτησή από τις ξένες αγορές.

Από νωρίς άρχισαν διαφωνίες μεταξύ των μετόχων για το ποιοι είχαν δικαίωμα ψήφου για την εκλογή του διευθυντού, οι οποίες κατέληξαν στα δικαστήρια και η εκλογή του πρώτου διευθυντού επικυρώθηκε με απόφαση του Εμποροδικείου Σύρου.

Η Εταιρία της Ελληνικής Οινοποιίας άρχισε να λειτουργεί στο τέλος του 1860 και διέκοψε τη λειτουργία της το 1875.

Η εταιρία προσέλαβε τρεις οινοποιούς,   έναν Έλληνα  « που σπούδασε με επιτυχία στην Ευρώπη την τέχνη της οινοποίησης», όπως έγραψε στην έκθεσή του προς τους προϊσταμένους του ο Γάλλος πρόξενος στην Πάτρα (29 Σεπτεμβρίου 1861), και δύο Γάλλους, από τη Βουργουνδία και το Μπορντώ, τον Anatole Joly και τον Louis Perrier, που ήταν οινοποιοί και ταυτόχρονα οινοπνευματοποιοί, όπως μας πληροφορούν οι πηγές – κυρίως η Προξενική Αλληλογραφία του Γαλλικού Υπουργείου Εξωτερικών.  

 Το Σεπτέμβριο του 1861 η εταιρία παρήγαγε τα πρώτα κρασιά σε τέσσερες διαφορετικούς τύπους (αφρώδες, μαύρο, λευκό και κόκκινο σταφιδίτη).

Δεν ξέρουμε τι ποικιλίες χρησιμοποίησαν οι οινοποιοί Anatole Joly, Louis Perrier και ο ανώνυμος Έλληνας συνάδελφός τους.

Την ιστορία της Ελληνικής Οινοποιίας εν Πάτραις την διάβασα στο βιβλίο του Νίκου Μπακουνάκη, Το κρασί του Γουσταύου, Εκδόσεις Καστανιώτη, και τη βρήκα πολύ ενδιαφέρουσα. Τα περισσότερα στοιχεία που αναφέρω πιο πάνω είναι από αυτό το βιβλίο καθώς και από το βιβλίο του Χρήστου Μούλια, Το λιμάνι της σταφίδας, Εκδόσεις Περί Τεχνών. 

Άρχισα να ψάχνω περισσότερα στοιχεία στις εφημερίδες της εποχής και στάθηκα τυχερός. Στην εφημερίδα ΜΙΝΩΣ, με ημερομηνία 12/02/1860, βρήκα την εξής είδηση :

Αι εργασίαι της Εταιρίας της Ελληνικής Οινοποιίας προβαίνουσι κατ’ ευχήν χάρις εις την συνετήν και αξιέπαινον ενέργειαν της διευθύνσεως. Διευθυντής του τεχνικού μέρους προσελήφθη  ο γνωστός ήδη οινοποιός κ. Α. Γεωργιάδης εκ Τριπόλεως, όστις και απήλθεν εις Γαλλίαν όπως προμηθευθεί διαφόρους αναγκαία εις την οινοπνευματοποιίαν μηχανάς.

Πιθανολογώ ότι είναι ο άγνωστος Έλληνας οινοποιός που αναφέρει πιο πάνω ο Ν. Μπακουνάκης.

Νομίζω ότι έχουμε μπροστά μας έναν από τους πρωτοπόρους, στον ελληνικό χώρο, στην τέχνη της οινοποιίας. Αναζήτησα, και θα συνεχίσω  να αναζητώ, στοιχεία με τα οποία θα εμπλουτίζω το παρόν άρθρο (εργασία). 

Μια πρώτη αναφορά, στον Ανδρέα Γεωργιάδη, υπάρχει σε εισήγηση της κας Χριστίνας Αγριαντώνη με τίτλο : Η ελληνική οινοβιομηχανία το 19ο αιώνα : από την αναζήτηση της ποιότητας στο σταφιδίτη.

«……..Είκοσι χρόνια αργότερα, η κρατική παρέμβαση θα πάρει πιο συστηματική και ολοκληρωμένη μορφή.  Το 1855, επί προσωρινού υπουργού Εσωτερικών Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου, στέλνονται στο Bordeaux για εκπαίδευση στην οινοποιία τρεις υπότροφοι (οι Α. Γεωργιάδης από την Τρίπολη, Γ. Νικολαΐδης από την επαρχία Οιτύλου και Α. Μικρούλης από την Καλαμάτα), ενώ λίγο αργότερα ο διάδοχός του Δημήτριος Βούλγαρης  θα ιδρύσει στην Αθήνα ένα πρότυπο οινοποιείο, υλοποιώντας ένα σχέδιο που φαίνεται πως υπήρχε από το 1848. Το οινοποιείο επανδρώθηκε με δυο Γάλλους που μετακαλέστηκαν από το Bordeaux  (τους «Λαζωνή» και Jean Court) και οι οποίοι δίδασκαν δέκα Έλληνες υποτρόφους, που έστελναν οι Δήμοι από όλη τη χώρα για 4 μήνες το χρόνο. Εξοπλίστηκε επίσης με δυο γαλλικά πιεστήρια και χρησιμοποιούσε «σταφυλάς διαφόρων μερών της Ελλάδος» από τις οποίες «αι της Αιγίνης ανεδείχθησαν αι καλύτεραι». Οι τιμές των κρασιών που παρήγε (λευκά, ροζέ και κόκκινα) κυμαίνονται από 3 ως 5 δραχμές η φιάλη (δηλ. η μισή οκά), ενώ στόχος του ήταν «η κατασκευή οίνου Βορδώ πρώτης ποιότητος, του έχοντος εξ δραχμάς η φιάλη». Με την αναμενόμενη μάλιστα άφιξη του υποτρόφου Α. Γεωργιάδη, που είχε πάει από το Bordeaux στην Champagne, η ελπίδα «να κατασκευάση και της Σαμπανίας οίνον η Ελλάς» δε φαινόταν εντελώς ουτοπική…….» 1

 

Πράγματι, σύμφωνα με την εφημερίδα της εποχής ΑΡΚΑΔΙΑ την 16/06/1859 στο φύλλο 102, ο Ανδρέας Γεωργιάδης μετά 5 έτη επιστρέφει στην γενέτειρά του Τρίπολη. Αγοράζει σταφύλια τη περιοχής της Μαντινείας και βγάζει 6000 οκάδες γλεύκος (μούστο). Με το γλεύκος αυτό επιχειρεί να φτειάξει Καμπανίτη οίνο.  Δημιουργεί έναν αφρώδη οίνο ανώτερο από αυτούς που φτιάχνονται  στη Γαλλία. Και μάλιστα χωρίς την προσθήκη κάποιας ουσίας. Την εξαιρετική ποιότητα του συγκεκριμένου οίνου βεβαιώνει και Γάλλος οινοποιός, συνεργάτης του Ανδρέα Γεωργιάδη.

Σύμφωνα με τους κανόνες κατασκευής του Καμπανίτη απαιτούνται συγκεκριμένες θερμοκρασίες, για τον χειμώνα 10 β. και για το καλοκαίρι 4 β. Στη συνέχεια εμφιαλώνει τον Καμπανίτη οίνο σε 1500 φιάλες. Πλην όμως, λόγω του ότι δεν είχε τη σωστή θερμοκρασία στους αποθηκευτικούς χώρους, σπάνε και διασώζονται μόνον 500.

Στη συνέχεια ο αρθρογράφος της εφημερίδας αναρωτιέται εάν υπάρχει η διάθεση να υποστηριχθεί μια εταιρία η οποία παράγει, αποδεδειγμένα, ένα τόσο πετυχημένο προϊόν.

Ο Ανδρέας Γεωργιάδης είναι ένας εκ των ολίγων Ελλήνων οι οποίοι σπούδασαν στην Ευρώπη και με ελάχιστα μέσα, χρησιμοποιώντας σταφύλια της Μαντινείας, δημιούργησε έναν εξαιρετικό αρωματικό αφρώδη οίνο.

Η Ελληνική Κυβέρνηση έστειλε τον Α. Γεωργιάδη ως υπότροφο στη Γαλλία για να σπουδάσει οινοποιός και να επανέλθει προκειμένου να διαδώσει την τέχνη της οινοποιίας. Στο μέσον των σπουδών του το Ελληνικό κράτος διέκοψε την υποτροφία η οποία ήταν 60 δραχμές το μήνα. Πλην όμως αυτός παρέμεινε, ολοκλήρωσε τις σπουδές του. Επανήλθε εφοδιασμένος με όλα τα αποδεικτικά που μαρτυρούσαν την τελειοποίησή του στην τέχνη της οινοποιίας.   

Το περίεργο είναι ότι ενώ το προϊόν που παρήγε ο Α. Γεωργιάδης είχε προκαλέσει το ενδιαφέρον Ελλήνων και ξένων, η επίσημη πολιτεία δεν τον αναζήτησε ούτε χάριν περιεργείας.

 

Σύμφωνα με τον ιστορικό Τάσσο Γριτσόπουλο ο Νομάρχης Δαρειώτης, έστειλε δείγματα στην Αθήνα προκειμένου να γίνει περαιτέρω γευσιγνωσία.

 

Πράγματι, με νέο δημοσίευμα της η εφημερίδα ΑΡΚΑΔΙΑ στις 21/8/1859 στο φύλλο 110 ανακοινώνει επαινετικά σχόλια από γευσιγνώστες των Αθηνών.

Επίσης, σε γεύμα του πρέσβη της Γαλλίας Μοντερώ, οι συνδαιτημόνες δοκίμασαν το αφρώδη οίνο του Α. Γεωργιάδη και εκφράστηκαν με πολύ θετικό τρόπο. Για κάποιους ήταν ανώτερος του αυθεντικού Καμπανίτη.

Αν ο μονοετής αυτός οίνος επαινέθηκε τόσο πολύ, ο πολυετής άραγε πόσο θα επαινεθεί;   


Στο αμέσως επόμενο φύλλο της η Εφημερίδα ΑΡΚΑΔΙΑ, 28/08/1859 φύλλο 111, εκφράζει αγανάκτηση για τον φθόνο με τον οποίο σχολιάζεται ο αφρώδης οίνος του Ανδρέα Γεωργιάδη. Μεταφέρει τα κακεντρεχή σχόλια από την Αθήνα. Σχολιάζει ότι, σε όλα τα μέρη του κόσμου, όταν γίνεται μια επωφελής ανακάλυψη ή γίνεται κάτι κοινωφελές, οι πάντες επικροτούν και υποστηρίζουν. Λόγω αυτής της κακής νοοτροπίας, κατηγορούν τον Α. Γεωργιάδη ότι ο αφρώδης οίνος που παράγει δεν είναι φυσικός αλλά περιέχει πρόσθετα συστατικά. Στην πόλη μας υπάρχουν αρκετοί νοήμονες που παρακολουθούν από κοντά την αξιέπαινη αυτή προσπάθεια, και όλους αυτούς τους θεωρούν συκοφάντες.

 

Σε όλες αυτές τις συκοφαντίες, ο Ανδρέας Γεωργιάδης μέσα από τις στήλες της εφημερίδας ΑΙΩΝ την 26 Αυγούστου 1859, απαντάει με επιστολή που έχει τίτλο «Καμπανίτης, Οίνος Εθνικός».

«Πληροφορούμεθα με λύπην μας ότι τινές, και κατά δυστυχίαν μάλιστα εκ των νομιζομένων πεπαιδευμένων μας, είτε εκ κακοβουλίας είτε και εξ αβελτηρίας διαδίδουν ότι το αθρακικόν οξύ των παρ’ εμού κατασκευαζομένων οίνων είναι επείσακτον και ουχί φυσικόν, στηριζόμενοι εις την όλως εσφαλμένην ιδέαν την οποίαν οι κατά καιρούς ενταύθα ερχόμενοι  commis voyageurs, από συμφέρον προς το εμπόριόν των, προσεπάθησαν να ριζώσωσιν εις τινας κενάς κεφαλάς, εκμεταλλευόμενοι την άγνοιαν και την ευπιστίαν αυτών.

Καίτοι ενδιατρίψαντες εις Καμπανίαν τέσσερα όλα έτη, καίτοι έχοντες την αξίωσιν ότι γνωρίζομεν όλους τους οίνους της, ως εργασθέντες εις τα ονομαστόμερα καταστήματα τα προμηθευθέντα τους τε αυτοκρατορικούς και βασιλικούς της Ευρώπης οίκους, ουδαμού όμως αποκτήσαμεν την παρ’ αυτών διαθρυλομένην ως μη εξερχομένην εκ της Γαλλίας Σαμπάνιαν. Τούτων ένεκα προσκαλούμεν τους τα ενάντια φρονούντας να υποδείξωσιν ημίν ταύτην υποσχόμενοι αμοιβήν χιλίων φιαλών Καμπανίτου οίνου. Προς τούτοις προσκαλούμεν Έλληνας και ξένους, επιστήμονας και μη, να υποδείξωσιν επίσης ημίν ότι εργαζόμεθα άλλως πως παρ΄ όπως τα εν Καμπανία διασημότερα καταστήματα και υποσχόμεθα εις αυτούς διπλασίαν την αμοιβήν. Όθεν ας μη καθίστανται γελοίοι, διαδίδοντες τοιαύτας εσφαλμένας ιδέας και υπηρετούντες ξένα συμφέροντα δωρεάν, πριν ή εξετάσωσι επισταμένως το πράγμα, προς βλάβην των συμφερόντων της ελληνικής βιομηχανίας.

Τέλος διαβεβαιώ με τον επισημότερον τρόπον τους κυρίους τούτους ότι το αθρακικόν οξύ της παρ’ εμού κατασκευαζομένης σαμπάνιας είναι φυσικόν και ουχί επεισακτον, το δ’ εν Τριπόλει κατάστημά μας ήτο, είναι και θα είναι ορθάνοικτον προς τους δυσπιστούντας,εις ους άλλωστε δεν είναι ποσώς δύσκολον δια των επιστημονικών των γνώσεων να ελέξωσι ημάς ψευδομένους, καρπούμενοι των αμοιβών.

Α. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ  

 

Σε συνεχεία της ανωτέρω επιστολής ο συντάκτης του «Αιώνος» συμμερίζεται την αλήθειαν του περιεχομένου και προσθέτει : «οφείλοντες κατά καθήκον ηθικόν να προστατεύσωμεν, το εφ’ ημάς, πάσαν εθνικήν βιομηχανίαν, και την αλήθειαν υπηρετούντες, ομολογούμεν ότι δοκιμάσαντες την παρά του κ. Γεωργιάδου κατασκευαζομένην σαμπάνιαν ή αφρίτην οίνον εύρομεν τούτον κατά πάντα ανώτερον όλων εκείνων των ομοίων οίνων ους εν Ελλάδι πωλούσι τόσω υπερτιμημένως και δήθεν αληθή γαλλικόν οίνον.

Την ποιότητα, το πνεύμα, το διαρκές των φυσαλλίδων και όλα τα προσόντα, τα διακρίνοντα καλόν καμπανίτην οίνον, φέρει ο υπό του αξιοτίμου κ. Γεωργιάδου κατασκευαζόμενος.»

Αναφέρει είτα ότι ο κ. Γεωργιάδης εσπούδασεν την οινοποιίαν εν Γαλλία. «Η κυβέρνησις, υποχρέως ούσα να βοηθή εκ παντός τρόπου πάσαν βιομηχανίαν, ενισχυομένην τω τόπω πηγάς πλούτου νέας και αφθόνους, οφείλει να βοηθήση κατ’ αρχάς τον άξιον αρχηγόν της ειρημένης επιχειρήσεως και να δώση αυτώ πάσαν ενθάρρυνσιν, προκαταβάλλουσα τα αναγκαία κεφάλαια δια την οικοδομήν των υπογείων, απαραιτήτων προς κατασκευήν των οίνων και μάλιστα του αφρίτου.

Δυστυχώς παρ’ ημίν το συνεταιριστικόν πνεύμα, δι’ το δίλεπτον και η πεντάρατων πολλών απαρτίζουσι κεφάλαια μυθώδη αλλαχού και αποτελούσι τα μέγιστα των έργων, δεν ανεπτύχθη έτι παρ’ ημίν. Ούτως εχόντων των πραγμάτων, το καθήκον επιβέβληται εις την κυβέρνησιν, και τόσω μάλλον ΄σω η περί ης πρόκειται επιχείρησις είναι εκ των ενδιαφερουσών ουσιοδώς την εθνικήν βιομηχανίαν. Ευελπιστούμεν καταλήγει ο συντάκτης- ότι θέλομεν εισακουσθή παρά τω υπουργείω.» 


Στο τεύχος Αρ. 5 τον Μάρτιο 1861, η Εφημερίς της Γεωργίας μας δίνει τις εξής πληροφορίες :  Ο Ανδρέας Γεωργιάδης έχει στην αποθήκη του στην Τρίπολη, ακατατέργαστο μεν, αλλά κατάλληλα προετοιμασμένο οίνο για την κατασκευή καμπανίτη.  Η διεύθυνση της Οινοποιητικής Εταιρίας της Πάτρας, μη έχοντας, από την εσοδεία του 1859 στις δικές της αποθήκες οίνο κατάλληλο για την κατασκευή αφρωδών οίνων  συνάπτει συμφωνία μαζί του για την αγορά ποσότητα  10 μέχρι 12 χιλιάδες φιάλες οίνου.

Οι οίνοι αυτοί, του Ανδρέα Γεωργιάδη, εστάλησαν στο εξωτερικό και έτυχαν πολύ καλής υποδοχής.

Στη συνέχεια η εφημερίδα μας πληροφορεί ότι ο Ανδρέας Γεωργιάδης προσλαμβάνεται για τρία χρόνια από την Ελληνική Οινοποιητική Εταιρία και του ανατίθεται η τεχνική διεύθυνση της εταιρίας καθώς και η εφορεία των οινοποιητικών εργασιών.

Μια ή δυο φορές την εβδομάδα διδάσκει την τέχνη της οινοποιίας. Τα μαθήματα παρακολουθεί το προσωπικό της εταιρίας αλλά και όποιος άλλος επιθυμεί μπορεί να συμμετέχει. 

 Στις 03/02/1861, στην εφημερίδα ΜΙΝΩΣ υπάρχει δημοσίευμα – ανακοίνωση της διεύθυνσης της Εταιρίας «…. Προτρέπομεν τους Κυρίους ξενόχους και τους κάμνοντας χρήσιν Ευρωπαϊκών οίνων να προτιμώσι τους οίνους τούτους οίτινες και δια την καλλίστην αυτών ποιότητα και δια το μέτριον της τιμής των εισίν ασυγκρίτως συμφερότεροι ιδίως ο Καμπανίτης φυσικός οίνος της κατασκευής του κ. Ανδρ, Γεωργιάδου, διευθύνοντος τα τεχνικά έργα της Εταιρίας και γνωστού δια τας περί την Οινοποιίαν γνώσεις και εμπειρίαν του είναι προτιμώτερος των έξωθεν εισερχομένων αφροδών οίνων, οίτινες καίτοι κατωτέρας ποιότητος πωλούνται εις την διπλήν ως έγγιστα τιμήν……..»      

 

Σαν συμπέρασμα όλων των πιο πάνω πληροφοριών, αβίαστα θα μπορούσε κάποιος να πει ότι ο Ανδρέας Γεωργιάδης ήταν ένας προικισμένος οινοποιός. Δημιούργησε προϊόντα στην ελληνική αγορά ισάξια των αντιστοίχων φημισμένων Γαλλικών. Δεδομένου του χρόνου που έγιναν όλα αυτά, νομίζω ότι η αξία του είναι πολύ μεγαλύτερη. Είναι κρίμα που μέχρι τώρα παραμένει, εν πολλοίς, άγνωστος


1.      ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΚΡΑΣΙΟΥ, ΤΡΙΗΜΕΡΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΣΑΝΤΟΡΙΝΗ, 7 – 9 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 1990, Εκδόσεις του ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟΥ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟΥ ΙΔΡΥΜΑΤΟΣ της ΕΤΒΑ.